Η δική μου ιστορία: Η επαφή μου με τον θάνατο μου.



Προσωπική ιστορία: Η επαφή μου με τον θάνατο μου.

Ο διαβήτης μου ήρθε ξαφνικά μετά από ένα ψυχολογικό σοκ. Λιποθύμησα και αυτό ήταν. Βυθίστηκα σε ένα ημικώμα και άκουγα πόρτες να ανοίγουν βροντερά και επιθετικά, ένιωθα βελόνες να με τρυπάνε, εγώ να πονάω αλλά να μην βγαίνει φωνή από το στόμα μου, γιατρούς να τρέχουν πανικοβλημένοι φωνάζοντας ότι πεθαίνω. Θυμάμαι ότι μέσα μου γελούσα και το διασκέδαζα. Έλεγα : Δε γαμιέστε ρε μαλάκες που θα πεθάνω! Εγώ θα ζήσω και θα δείτε πόσο λάθος κάνατε. Και όντως έζησα. Ποτέ δεν έχασα την πίστη μου σε μένα. Ακολούθησαν άλλες 2 φορές που αποσυντονίστηκε το ζάχαρο μου από στενοχώρια (τι να κάνω ο ψυχάκιας ότι και να περάσω διαπερνάει το σώμα μου) και πάλι άκουγα και ζούσα τα ίδια. Ήξερα ότι η διατροφή μου θα με έσωζε. Άκουγα τους γιατρούς να απορούν για την δύναμη του οργανισμού μου όμως εγώ είχα δημιουργήσει ένα οπλοστάσιο άμυνας ως ασπίδα για την υγεία μου. Κι έτσι σώθηκα και τις υπόλοιπες φορές. Φυσικά μέσα μου καταγράφηκε η πρώτη φορά. Ο ψυχολόγος μου είπε ότι η δουλειά καριέρας που έκανα σε συνδυασμό με ένα σημαντικό πρόβλημα που αντιμετώπιζα με έφερε σε αυτό το σημείο. Είπε ότι είναι συνηθισμένο σύμπτωμα σε ανθρώπους 35 ετών. Όμως αν κάτι μου έμαθε αυτή η εμπειρία, είναι ότι το πρόβλημα τελικά δεν είναι ο θάνατος ειδικά για όποιον τον αγγίζει . Αλλά η ζωή που έζησε. Και όλος περιέργως δεν είναι το πόσα λεφτά έβγαλες, τι ταξίδια έκανες, με πόσους άντρες ή γυναίκες πήγες. Είναι πόσα αισθάνθηκες. Ποιους αγάπησες. Σε ποιους το είπες; Για ποιους έχεις ευθύνη πεθαίνοντας; Ποιοι θα μείνουν μόνοι και θα σε χρειάζονται. Αλλά κυρίως πόση σχέση είχες με την αγάπη ; Και στην κυριολεξία πόση αγάπη έδωσες; Υπήρχαν άνθρωποι που τους αγαπούσα και δεν τους το είπα ποτέ. Και συνέβαινε και κάτι άλλο. Από την στιγμή που άνοιξα τα μάτια μου και αφωσιονόμουνα όλη την μέρα στις σταγόνες του ορού που μου υπενθύμιζαν την υπερκόπωση της πάλης μου για την ζωή, δεν υπήρχε νοσοκόμα, άρρωστος ή άρρωστη, επισκέπτες ή περαστικοί, που να περάσουν από δίπλα μου και να μην νιώθω ότι τους αγαπάω. Συναισθήματα πήγαιναν κι ερχόντουσαν σαν δρομολόγια τρένων. Όμως το πιο κουφό το πιο τρελό από όλα, είναι η αρπακτική θυμωμένη διάθεση για σεξ. Ακούγεται συχνά ότι νοσοκόμες και γιατροί είναι δραστήριοι σεξουαλικά και τώρα καταλαβαίνω γιατί. Πάνω από τα κρεβάτια των αρρώστων, αναδύεται ένας λανθάνων ερωτισμός. Ένα αρχέγονο άγχος θανάτου. Είναι η ζωή που θέλει να γελάσει σαρκαστικά και ειρωνικά πάνω από τους ταλαιπωρημένους λερωμένους γέρους, τα νέα κορίτσια που πεθαίνουν από σκληρές αρρώστιες, τα παιδάκια που ξαναγυρνούν στην ζωή γιατί ακούν την φωνή της μανούλας που εκλιπαρεί. Μέσα από την αρρώστια και το βρώμικο κλίμα που επικρατεί στα ελληνικά νοσοκομεία, σαν να πρόκειται για μια φάμπρικα κρεάτων, η επόμενη φυσιολογική αντίδραση είναι να κρατηθείς από την αποθέωση της ζωής. Το σεξ. Αυτό αν είσαι δυεισδυτικός και έχεις ενσυναίσθηση είναι εμφανές στα μάτια των γιατρών και των νοσοκόμων. Πιστεύω ότι δεν το καταλαβαίνουνοι ίδιοι και σίγουρα δεν εννοώ ότι επιδίδονται σε όργια. Μιλάω όμως για εκείνη την καταθλιπτική οικονομία ενέργειας που καλύπτει ένα ουρλιαχτό κίνησης. Δραστηριότητας ή  έντασης. Έχουν μια νοσταλγική μελαγχολία στις ίριδες τους.  Σαν ασθενής βέβαια, μόλις βγεις  από το νοσοκομείο το ξεχνάς. Είσαι ήρεμος και πλήρης σαν  χορτάτο πρόβατο. Τώρα άλλα είναι τα σημαντικά. Το ερωτικό πάθος φαντάζει αστείο. Έχεις ένα δώρο. Το χρόνο που έχεις καταλάβει ότι δεν είναι αυτονόητος. Έτσι, πρέπει να δώσεις τα χάδια που δεν έδωσες. Να απολαύσεις τα μάτια των δικών σου ανθρώπων. Να ζήσεις την ίδια ζωή που ζούσες χωρίς να την προσπερνάς. Να νιώσεις ευγνωμοσύνη. Να νιώσεις πλούσιος με την περιουσία που απέκτησες από τις εμπειρίες σου. Παλιότερα θεωρούσα μιζέρια να συγκριθώ με το χειρότερο. Έλεγα: Το ξέρω ότι υπάρχουν και χειρότερα. Αυτό τι σημαίνει; Δεν θα βλέπω τα καλύτερα; Πόσο λάθος ήμουνα! Τα καλύτερα τα είχα μπροστά μου. Είναι μεγάλη πολυτέλεια να τραβάς την κουρτίνα σου και να αντικρίζεις τον ήλιο. Να πεινάς και να τρως. Να διψάς και να πίνεις. Ένα άλλο περίεργο που συμβαίνει με εμάς τους Έλληνες είναι ότι μας αρέσει το δράμα. Νιώθουμε σημαντικοί όταν μας συμβαίνουν άσχημα πράγματα. Γι αυτό βγάλαμε την Μήδεια, την Αντιγόνη, τις μελό ελληνικές ταινίες, τον Φώσκολο. Μέσα από την υπερβολή της αντιδραστικής σκέψης μας απέναντι στο ωραίο και την κατά μέτωπο επίθεση του, αισθανόμαστε άνθρωποι με σκέψη. Σημαντικοί. Έτσι πληγώνουμε το τώρα και γινόμαστε απλά μίζεροι και γκρινιάρηδες.  Πλέον δεν θαυμάζω τα παγκόσμια αριστουργήματα που έχουν ως πρότυπο μελλοθάνατους από επιλογή συνείδησης. Τους βλέπω ύποπτα. Δεν τους πιστεύω. Αντιμετωπίζω την Αντιγόνη μέσα μου ως κομπλεξική και όχι ως ηρωίδα ακόμη και τον Σωκράτη δεν τον βλέπω ως πρότυπο. Για μένα όφειλε να ζήσει και να παλέψει με τα όπλα των αντιπάλων του. Πιστεύω ότι ο άνθρωπος έχει απόλυτη υποχρέωση να ζήσει.

Φυσικά διαβήτης δεν σημαίνει όλα αυτά που πέρασα εγώ. Κάθε διαβήτης είναι διαφορετικός. Εμένα επηρεάζεται πάρα πολύ από την προσωπικότητα μου. Αν τα έγραψα όλα αυτά δεν είναι φυσικά για να με λυπηθείτε. Είναι γιατί πολλές φορές ακούω κόσμο να κλαίει για «μαλακιούλες» -με συγχωρείτε για την έκφραση αλλά έτσι μου φαίνεται,- δηλώνουν μάλιστα ότι έχουν τάσεις αυτοκτονίας για ανόητους λόγους όπως γιατί η μύγα αφόδευσε στο γάλα κι έχουν τον εγωισμό να μην πετάνε το γάλα. Πέτα το το ρημάδι και άλλαξε το. Κουνήσου. Η ζωή περνάει. Αύριο μπορεί να βρίσκεσαι σε ένα κρεβάτι νοσοκομείου και να αναρωτιέσαι γιατί δεν ήσουν χαρούμενος. Πέτα το γάλα και ευχαρίστησε την μύγα. Γιατί βάζει σε δοκιμασία την υπομονή και την αντοχή σου. Δώστης ιερές δυνάμεις. Δώστης σοφία. Όλοι γύρω μας και όλα μπορούν να γίνουν οι μύστες μας. Πρέπει να καταλάβουμε όλοι ότι η ζωή είναι μία και μοναδική και μας ανήκει. Μπορούμε να την περάσουμε ερωτευμένοι και δυνατοί ή κλαψιάρηδες και φοβισμένοι. Να της ζητάμε συνέχεια εξηγήσεις γιατί δεν μας έδωσε όσα μας όφειλε. Όταν ήρθαμε σε αυτόν τον κόσμο κανένας δεν μας υποσχέθηκε τίποτα. Μπορούμε όμως εμείς να υποσχεθούμε κάτι σε εμάς και να το πραγματοποιήσουμε. Να μας αγαπάμε και να μας φροντίζουμε.

Γι αυτό, αν είχα την ευκαιρία να ξανάρθω στη ζωή και να μπορώ να κάνω μία μόνο ευχή, δεν θα ζητούσα να έχω και πάλι τα υπέροχα ξενύχτια που έκανα στη ζωή μου, τα γέλια,τις πλάκες με τους φίλους μου, ούτε υπερατλαντικούς προορισμούς. Θα ζητούσα ξανά την ίδια αρρώστια - το ίδιο οδοιπορικό βήμα βήμα. Με μια διαφορά: να πετύχω και την θεραπεία του. Πράγμα που όλη η επιστήμη πια λέει ότι το έχει επιτύχει εργαστηριακά και αναμένεται και μαζικά. Και αν δεν γίνει όμως, δεν πειράζει βρε αδερφέ. Θα το επιτύχουν τα εγγόνια μου. Είπαμε αισιοδοξία. Ελπίζω κάποιους να τους βοήθησα. Θα χαρώ ειλικρινά πάρα πολύ.

Ζωή Κυροπούλου.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Twitter Delicious Facebook Digg Stumbleupon Favorites More