Επιμέλεια-ρεπορτάζ Ζωή Κυροπούλου
Δημοσιευμένο στο Close up
Αληθινή ιστορία: Γεννήθηκα άσχημη, άλλαξα με πλαστικές.
Η Νατάσσα είναι τριανταπέντε ετών σήμερα. Είναι μια κούκλα. Με μια ακαθόριστη ομορφιά που σε πείθει ότι πηγάζει αποκλειστικά από μέσα της αλλά και με κάτι έξοχα σικ τη καταγωγή του οποίου δε μπορείς εύκολα να προσδιορίσεις. Με μια λέξη η Νατάσσα είναι μια γυναίκα φτιαγμένη από τη δική της στόφα και το δικό της εξαιρετικό στυλ.. Δεν ήμουν πάντα έτσι κούκλα όπως μου λες απαντάει χαμογελώντας. Για την ακρίβεια ήμουν αντικειμενικά άχαρη και άσχημη. Από μικρή μάλιστα βασανιζόμουν με την εμφάνιση μου. Κανένα αγοράκι στο σχολείο δε με αγαπούσε. Τα μαλλιά μου ήταν σα βούρτσα και για αυτό κοντοκουρεμένα και απείθαρχα ενώ τα μάτια μου, τα αυτιά μου, τα χείλη μου και η μύτη μου υπέφεραν από ασυμμετρία. Όμορφη με έβλεπε μόνο η μητέρα μου λέει γελώντας και γέρνοντας το κεφάλι της προς τα πίσω. Το κακό είναι ότι ως άσχημος δεν έχεις μόνο αποτυχίες στο αντίθετο φύλο, αλλά παραμένεις αδιάφορος και για τους ομόφυλους σου. Ότι κι αν λένε ότι η ομορφιά είναι μόνο στη ψυχή στη πραγματικότητα όλοι ψεύδονται οικτρά. Όλοι γυρνάμε απέναντι σε δυο όμορφα και καθαρά μάτια, σε μια κοριτσίστικη χαριτωμενιά, όλοι γοητευόμαστε από το ωραίο και ειδικότερα εμείς οι άσχημοι. Τέλος πάντων εγώ επειδή αντιλαμβανόμουν ότι απωθούσα τους γύρω μου, προσπαθούσα με διάφορα τερτίπια να τους κάνω να με συμπαθήσουν και να με θέλουν δίπλα τους. Στο δημοτικό είχα βρει τη λύση με τα καλλυντικά. Τι εννοώ; Έπαιρνά τα κραγιόν και τα ρουζ της μητέρας μου, τα πήγαινα στο σχολείο και περιμάζευα με αυτά γύρω μου τις συμμαθήτριες μου. Στα διαλείμματα τις έβαφα, τις χτένιζα τις έλεγα ακόμη πως έπρεπε να ντυθούν για να φανούν ωραιότερες και να μοιάζουν με δεσποινίδες. Κι αν δε ήμουν όμορφη λοιπόν, είχα βρει τον τρόπο να με συνδέσουν στο μυαλό τους με την ομορφιά. Έτσι τα πέρασα στο δημοτικό. Στο γυμνάσιο φρόντιζα πάντα να είμαι ντυμένη με τη τελευταία λέξη της μόδας, αλλά χωρίς να τονίζω τις αδυναμίες μου. Απέφευγα ας πούμε τα έντονα χρώματα στα μάτια μου γιατί τόνιζαν το άσχημο σχήμα τους. Δε χρειάζεται βέβαια να πω ότι ήμουν ερωτευμένη με το ωραιότερο αγόρι του σχολείου. Ποτέ δε σκέφτηκα να του το πω γιατί είχα τη βεβαιότητα ότι θα έπρωγα χυλόπιτα. Και για να πω και την αλήθεια ούτε που με ενδιέφερε. Ζούσα στο κόσμο μου. Όταν κοιτούσα στο καθρέφτη μου, πολλές φορές δεν έβλεπα τη πραγματικότητα. Έπειθα τον εαυτό μου ότι είμαι ένα μεταμορφωμένο ασχημόπαπο που ακόμη κανείς δεν το πήρε χαμπάρι, ήμουν όμως σίγουρη ότι κάποτε θα τους εξέπληττε όλους. Ενημερωνόμουν συνεχώς για τις καινούργιες τάσεις της μόδας, τα στιλιστικά τρέντυ, τις τάσεις των μαλλιών και του μακιγιάζ και όποια συμμαθήτρια μου ήθελε να καταπλήξει για μια βραδιά, θεωρούσε τύχη να τη βάψω και να την σουλουπώσω εγώ. Ήμουν ή άσχημη με τα ωραιότερα και μαγικότερα χέρια. Μπορούσα να μεταμορφώσω την πιο άχαρη γυναίκα σε πριγκίπισσα και μου άρεσε πάρα πολύ που μπορούσα να γίνω κάτι σαν νεαραιδονονά για τις φίλες μου. Είχα βρει τον τρόπο να είμαι συνυφασμένη με την ομορφιά παρ’ όλο που αντικειμενικά συνέχιζα να είμαι άσχημη. Η αχαροσύνη μου μόνο είχε διορθωθεί. Κι αυτό γιατί με τα χρόνια και με την εξάσκηση μου στο μπαλέτο έμαθα να είμαι αρμονικότερη στις κινήσεις μου. Στην αρχή αυτό έγινε με πολύ κόπο .όμως αργότερα με την εξάσκηση μου μπροστά στο καθρέφτη, έμαθα να ελέγχω τις άγαρμπες κινήσεις μου και να προσθέτω με μέτρο πάντα έναν αέρα χολυγουντινό. Άλλωστε ξέχασα να πω ότι οι αγαπημένες μου ταινίες ήταν αυτές τις δεκαετίας του 50. Λορην Μπακόλ. Ρίτα Χέιγουορθ, Μπέτι Ντέιβις και φυσικά Όντρει Χέμπορν, έγιναν κάτι σαν οδηγός επιβίωσης για μένα.
Τις μελετούσα για χρόνια. Τις κινήσεις τους όταν έτρεχαν μπροστά στη κάμερα με εκείνες τις τεράστιες διάφανες ρόμπες με τα μακριά γούνινα μανίκια, τον τρόπο που κάπνιζαν, που έκλαιγαν, που γελούσαν. Όλα αυτά τα μαθήματα θηλυκότητας τα ξεσήκωνα ασυναίσθητα. Δεν σηκώθηκα κάποιο πρωί και είπα: Τώρα εγώ θα μεταμορφωθώ σε μια χαριτωμένη και γοητευτική γυναίκα. Απλώς δε μου άρεσε αυτό που ήμουν και ήθελα να γίνω κάτι άλλο. Αυτό το κάτι άλλο από μικρή έψαχνα ναβρώ. Όταν λοιπόν το συναντούσα έμενα αποσβολωμένη. Ξέρω πως ότι κι αν πω όσα κι αν περιγράψω αν δεν είναι κάποιος τόσο άσχημος όσο ήμουν εγώ, αποκλείεται να καταλάβει. Αυτό που με κούραζε πιο πολύ απ’ όλα, ήταν η εχθρικότητα των αντρών. Όχι μόνο δε θελαν να συστηθούμε όταν με πρωτογνώριζαν, αλλά έκαναν κι ένα βήμα πίσω. Μπορεί να φαίνεται αστείο αλλά όταν το ζεις, το ζεις τραγικά και όσο κι αν τη παλεύεις με τον εαυτό σου δε μπορείς κάτι τέτοιο να το διαπραγματυετεύς εύκολα. Έτσι λοιπόν άρχισα να βγάζω πολλές κακίες σε ανύποπτο χρόνο και να χαίρομαι όταν «κάρφωνα» κάποιον με τη γλώσσα μου. Την «έβρισκα» όταν κάποιος έτρωγε χυλόπιτα από κάποια γυναίκα, ειδικότερα αν ήταν φίλη μου κι ας μην ήμουν εγώ η αιτία της στενοχώριας του. Ως τη στιγμή που γνώρισα τον Αλέξη. Τότε εγώ ήμουν στην ηλικία των 22 χρόνων και εκείνος τριάντα. Εγώ φοιτήτρια, αυτός ήδη τελειωμένος γιατρός. Και αν σας το πω δε θα το πιστέψετε αλλά ήταν ένας κούκλος! Από κείνα τα τυχερά πλάσματα μάλιστα που γεννιούνται πανέμορφα και συνεχίζουν μέχρι το τέλος με την ομορφιά στο τσεπάκι τους. Ο τρόπος που γνωριστήκαμε; Απίθανος! Με ακολούθησε στο δρόμο και μου ζητούσε επίμονα το τηλέφωνο μου. Η αλήθεια είναι ότι παρ’ όλο που ήμουν άσχημη αυτού του είδους η προσέγγιση μου είχε ξανασυμβεί. Ήξερα ότι το πρόσωπο μου ανταποκρινόταν σε συγκεκριμένα και ιδιόμορφα γούστα. Είναι αυτό που λένε ότι ο καθένας μπορεί να βρει το ταίρι του πάνω σ’ αυτή τη γη. Βέβαια εμένα αυτή η λογική δε με παρηγορούσε. Εγώ φαντασιονόμουν ακόμη ότι ήμουν μια γλυκιά κοπέλα που όλοι ήθελαν να φλερτάρουν. Όπως και να έχει με τον Αλέξη η σχέση προχώρησε σε κάτι ουσιαστικότερο και βαθύτερο. Η σχέση μας ανεπίσημα κράτησε πέντε χρόνια και μέσα σε αυτά τα πέντε χρόνια, ήρθαν τα πάνω κάτω. Άρχισα να θέλω να πραγματοποιήσω όλα μου τα παιδικά όνειρα. Ήταν καιρός για μένα να το ασχημόπαπο να γίνει κύκνος. Με λίγα λόγια αποφάσισα να ξεκινήσω τις πλαστικές επεμβάσεις για να πλησιάσω στο πρότυπο των ονείρων μου. Το συζήτησα με τη μητέρα μου και μου είπε ότι θα με στήριζε σε κάθε προσπάθεια μου αρκεί πριν ξεκινήσω να επισκεφθώ έναν ειδικό ώστε να είμαι σίγουρη γι αυτό που ήθελα να κάνω. Δεν έβρισκα το λόγο να πάω αλλά το έκανα χάριν της «αιμοδοσίας» που παρείχε η μητέρα. Το είδα απλώς σα μια μικρή παραχώρηση που δεν επρόκειτο να αλλάξει τίποτα στην απόφαση μου. Ευτυχώς ο ψυχολόγος μου ήταν ξύπνιος άνθρωπος και δε με ταλαιπώρησε και πολύ. Βρήκε εν ολίγοις ότι έχω σώας τας φρένας και με συμβούλεψε να ξεκινήσω αμέσως αυτό που έβαλα εδώ και χρόνια στόχο να κάνω. Έκρινε ότι ήμουν ισορροπημένο άτομο και ότι δε θα με «τρέλαιναν» τόσες αλλαγές. Με τον Αλέξη δε το συζήτησα, απλώς του το ανακοίνωσα μια μέρα και έμεινε αυτό που λέμε παγωτό. Στην αρχή φρόντισε να μου φέρει αντιρρήσεις και μου άρχισε όλες αυτές τις φιλοσοφίες που ακούς γύρω σου, ότι η ομορφιά πηγάζει από μέσα και όλα αυτά τα θεωρητικά. Τον άκουσα βέβαια με υπομονή αλλά ήμουν τόσο αποφασισμένη να κάνω το δικό μου, που του ξεκαθάρισα ότι αν ήθελε να είναι μαζί μου σ’ αυτήν την περιπέτεια πολύ ευχαρίστως να παραμείνω μαζί του, αλλιώς καλύτερα να τελειώναμε.
Ξέρω ακούγομαι εγωίστρια και θα συμφωνήσω ότι ήμουνα. Ήμουν τόσο ξετρελαμένη με αυτό που πήγαινα να κάνω, τόσο σίγουρη, που δεν επρόκειτο να με σταματήσει ούτε ένας ολόκληρος στρατός. Πρώτα απ’ όλα ξεκίνησα από τη μύτη. Βρήκα έναν καλό πλαστικό χειρουργό που του έδειξα απεριόριστη εμπιστοσύνη αφού πρώτα καταλήξαμε σε αυτό που ήθελα. Ήμουν πλήρως συνειδητοποιημένη και έτσι δεν άργησα να συνεννοηθώ μαζί του. Ο ίδιος ο πλαστικός μάλιστα αισθανόταν γοητευμένος με αυτό που ξεκινούσαμε να κάνουμε. Στόχος ήταν η μεταμόρφωση μου, αλλά με τα δικά μου πρωτογενή χαρακτηριστικά. Δεν ήθελα δηλαδή να μεταμορφωθώ σε μια άλλη, αλλά να δω επιτέλους στον καθρέφτη μου αυτό που ήθελα να δω σε μένα. Τον καλύτερο δηλαδή εαυτό μου. Με λίγα λόγια δεν ήθελα κινέζικα μάτια ούτε γαλλική μύτη. Ήθελα απλώς να δώσουμε γοητευτικότερο σχήμα στα ήδη υπάρχοντα. Ξεκινήσαμε από τη μύτη και το πρόσωπο άλλαξε μαγικά. Η μύτη είναι ίσως η μεγαλύτερη αλλαγή. Μετά συνεχίσαμε με τα μάτια κι ύστερα με τα αυτιά και τα χείλη. Η κλίση τους ήταν απογοητευτική έτσι όπως κατηφόριζαν προς τα κάτω. Η ανόρθωση τους λοιπόν κρινόταν απαραίτητη. Έγινε με λεπτό και φίνο τρόπο. Εξαφανίστηκαν με τον ίδιο τρόπο οι ρυτίδες. Ο πλαστικός μου με συμβούλευσε να πάω ένα ταξιδάκι για λίγο έτσι ώστε να με ξεχάσουν γνωστοί και φίλοι. Μου είπε επίσης να κάνω μια ριζική αλλαγή στο χτένισμα των μαλλιών μου. Έτσι η αλλαγή θα γινόταν πιο ανεπαίσθητη. Από τις συμβουλές που μου έδωσε κράτησα μόνο αυτή των μαλλιών. Κι αυτό γιατί μου άρεσε η ιδέα της ολοκληρωτικές και ριζικής αλλαγής και καθόλου δε με ενδιέφεραν οι αντιδράσεις των φίλων και των γνωστών σε κάτι που αφορούσε μοναχά εμένα. Μετά από δύο χρόνια έκανα και επέμβαση στήθους. Μετά τις επεμβάσεις ήρθε ένα αμήχανο διάστημα. Στεκόμουν απέναντι στο καθρέφτη μου ακριβώς όπως ένας καλλιτέχνης στο έργο του. Ήμουν απόλυτα ικανοποιημένη με το αποτέλεσμα, αλλά ανησυχούσα και για το αντίκρισμα που θα είχε στο κόσμο. Γρήγορα κατάλαβα ότι είχα αποκτήσει ένα καινούργιο θερμότερο και πιο φανατικό «κοινό». Μετά από τέσσερις σχεδόν μήνες όταν πλέον το αποτέλεσμα κάθε επέμβασης έπαιρνε την ολοκληρωτική και σταθερή μορφή του, εγώ δεν ήμουν απλώς ικανοποιημένη αλλά ευτυχισμένη. Εδώ λοιπόν οφείλω την αρχαιοελληνική κατατομή της μύτης μου στο νυστέρι του πλαστικού μου αλλά και στο δικό μου όνειρο για τον εαυτό μου.
Μπορώ να περηφανεύομαι ότι έπλασα τον εαυτό μου. Τον σοφίστηκα, τον έχτισα και τον δημιούργησα. Τώρα απολαμβάνω το δημιούργημα μου και δε με νοιάζει καθόλου αν λένε ότι «φτιάχτηκα» για να γίνω αυτό που είμαι σήμερα. Το θέμα είναι ότι «φτιάχτηκα» όπως γούσταρα. Χωρίς να αλλάξω στο παραμικρό την αισθητική μου. Σήμερα είμαι πλέον αυτό που πάντα ήθελα και πιστεύω ακράδαντα ότι καθόλου δε διαφέρω από τις γυναίκες που βάφονται για να βγουν έξω. Γιατί μη μου πείτε ότι αυτές είναι αυθεντικές. Είτε το βάψιμο είτε το νυστέρι είναι μια παρέμβαση στη φύση. Τελικά λοιπόν αν το καλοσκεφτείς παρέμβαση στη φύση κάνουμε όλες. Και πολύ καλά της κάνουμε.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου