Ο μεγαλύτερος γιος μου είναι 10 χρονών και έχουμε μεγάλο πρόβλημα στη μελέτη του. Κάτι που δε συνέβη ποτέ με το μικρότερό μου παιδί. Για να μάθει το μάθημά του απαιτούνται ώρες διδασκαλίας από μέρους μου και λεπτομερή ανάλυση της κάθε πρότασης του βιβλίου. Νιώθω ότι μαζί του πηγαίνω σχολείο και γώ αλλά δεν είναι αυτό που με κάνει να δυσανασχετώ. Πιο πολύ με στενοχωρεί ότι παρ’ όλες τις κοινές μας προσπάθειες η απόδοσή του είναι μέτρια έως και κακή. Η δασκάλα του μου είπε ότι ίσως είναι δυσλεκτικός. Παρ’ όλο που στην αρχή θύμωσα μαζί της τώρα αρχίζω να το ξανασκέφτομαι. Που πρέπει ν’ απευθυνθώ ώστε να μάθω περισσότερα για τη δυσλεξία;
Για να πούμε ότι ένα παιδί έχει μαθησιακές δυσκολίες ή δυσλεξία πρέπει να έχει τουλάχιστον φυσιολογική νοημοσύνη και να έχει διδαχθεί οπωσδήποτε σωστά στο σχολείο του για ένα χρόνο. Που σημαίνει ότι θα πρέπει να έχει βγάλει τη Α΄ Δημοτικού. Άρα πριν τη πρώτη τάξη η κατά τη διάρκεια, οι γονείς δε πρέπει ν’ ανησυχούν ότι το παιδί τους ταλαιπωρείται από κάποια μαθησιακή δυσκολία. Πολλές φορές εξάλλου για τη κακή επίδοση ενός μικρού παιδιού στο σχολείο δεν ευθύνεται μόνο το ίδιο το παιδί αλλά μια ανεπαρκής δασκάλα, το κακό κλίμα μες στη τάξη ή μια δυσάρεστη κατάσταση που βιώνει στο σπίτι του. Άλλωστε ο αρχικός στόχος εκπαίδευσης ενός παιδιού δεν είναι η τελειότητα αλλά να μάθει να γράφει όχι οπωσδήποτε ορθογραφημένα, αλλά με τη σωστή ακολουθία που χαρακτηρίζει τη γραφή και να διαβάζει έστω και συλλαβιστά. Αρχίζουμε να υποψιαζόμαστε το πρόβλημα, εφ’ όσον έχει ολοκληρώσει τη μαθητεία του στη Β’ τάξη του δημοτικού κι αφού προηγουμένως έχουμε αποκλείσει όλες τις προηγούμενες πιθανές αιτίες. Τα πιο συνηθισμένα κοινά χαρακτηριστικά που συνδέουν τα δυσλεκτικά παιδιά είναι οι αναστροφές των γραμμάτων ή αλλιώς η καθρεφτική γραφή όπως λέγεται από τους ειδικούς. Αυτή η γραφή βαφτίστηκε έτσι, γιατί ο μαθητής συνηθίζει να συγχέει το 3 με το ε ή το θ με το β. Γράφει ενωμένα χωρίς να χωρίζει τις λέξεις ή τις χωρίζει κόβοντας τη μια λέξη στη μέση. Επίσης δε βάζει τόνους.
Η ειδικός Γεωργία Μαμάση επισημαίνει «….το πρώτο που επιβάλλεται να κάνουν οι γονείς, είναι να πάνε σ’ ένα εξειδικευμένο κρατικό ιατροπαιδαγωγικό κέντρο ώστε να γίνει εκεί με επιτυχία, η σωστή αξιολόγηση του παιδιού. Αργότερα εφ’ όσον το κέντρο παρέχει εξατομικευμένη θεραπεία είναι ελεύθεροι να προχωρήσουν στο πρόγραμμα της θεραπείας του. Σε διαφορετική περίπτωση, μπορούν ν’ αποταθούν σε κάποιον άλλον ειδικό»
Είναι καλό να γνωρίζει ο γονέας ότι η δυσλεξία απαιτεί εξατομικευμένη μάθηση. Δηλαδή διδασκαλία προσαρμοσμένη στις ανάγκες του παιδιού και τις δυσκολίες του.
Γι αυτό θεωρείται ακόμη καλύτερο να βλέπει το σχολείο και το διάβασμα σαν κάτι ευχάριστο κι όχι αναγκαστικά χρήσιμο που του δημιουργεί το διόλου γοητευτικό συναίσθημα της υποχρέωσης.
«Καλό θα είναι να δελεάσουμε τη προσοχή του και το ενδιαφέρον του εκπαιδεύοντάς το με παραμύθια ή κόμικς. Πολλοί γονείς βλέπουν με δυσπιστία ή απαξίωση αυτά τα αναγνώσματα. Δεν αναγνωρίζουν τον «εκπαιδευτικό» τους ρόλο. Όμως ένα μικρό παιδί πολλές φορές μπορεί ν’ αποτυπώσει καλύτερα πληροφορίες σχετικά με την ορθογραφία μιας λέξης διαβάζοντας την ατάκα του αγαπημένου του ήρωα παρά την ιστορία της τάξης του»
. Κάτι άλλο για το οποίο πρέπει να μεριμνήσουν οι γονείς, είναι η εξάσκηση του παιδιού τους σε κάποιο άλλο εξωσχολικό αντικείμενο το οποίο όμως θα προϋποθέτει και πάλι τη συμμετοχή του σε μια ομάδα ή μια τάξη. Μια αθλητική δραστηριότητα ή η μουσική του προπαίδεια θα ήταν μια καλή απάντηση. «Εκεί το παιδί θα μπορέσει να εξισορροπήσει τις μαθησιακές του δυσκολίες ανακαλύπτοντας τη δεξιότητά του σε άλλο ταλέντο του. Ένα ταλέντο είναι πολλές φορές ικανό να κατοχυρώσει τη θέση μας στην ομάδα.»
Μ’ αυτό τον τρόπο, το μκρό παιδί παύει πλέον να αντιμετωπίζεται ως ο δυσλεκτικός αλλά ως ο καλός μουσικός ή ο καλός αθλητής της τάξης του. Κι αυτό του προσφέρει την αυτοπεποίθηση που χρειάζεται και τη ταυτότητα που τόσο επιθυμεί.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου